Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκτυπώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκτυπώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [ɛktiˈpɔnɔ] VERB μεταβ

1. εκτυπώνω (ώστε να μείνει ανάγλυφο):

εκτυπώνω

2. εκτυπώνω (τυπώνω: κείμενο, βιβλία):

εκτυπώνω

3. εκτυπώνω (από Η/Υ):

εκτυπώνω

Παραδειγματικές φράσεις με εκτυπώνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский