Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκλαμψία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκλαμψία [ɛklamˈpsia] SUBST θηλ ΙΑΤΡ

εκλαμψία
Eklampsie θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский