Ελληνικά » Γερμανικά

είμαι <ήμουν> [ˈimɛ] VERB αμετάβ ohne Aoriststamm

εσύ [ɛˈsi] ΑΝΤΩΝ

καλά [kaˈla] ΕΠΊΡΡ

gut

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский