Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εικόνα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εικόνα [iˈkɔna] SUBST θηλ

1. εικόνα (γενικά, επίσεις: παράσταση, φαντασία):

εικόνα
Bild ουδ
3-D-Bild ουδ
ψηφιδωτή εικόνα
Mosaikbild ουδ
τηλεοπτική εικόνα
Fernsehbild ουδ

2. εικόνα ΘΡΗΣΚ:

εικόνα
Ikone θηλ

3. εικόνα ΟΙΚΟΝ (ίματζ):

εικόνα
Image ουδ
Image ουδ
εικόνα προϊόντος
Produktimage ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский