Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εγκυρότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εγκυρότητα [ɛɲɟiˈrɔtita] SUBST θηλ

1. εγκυρότητα:

εγκυρότητα
Gültigkeit θηλ

2. εγκυρότητα ΝΟΜ:

εγκυρότητα

Παραδειγματικές φράσεις με εγκυρότητα

εγκυρότητα θηλ πρόβλεψης ΟΙΚΟΝ
εγκυρότητα θηλ της διαθήκης

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский