Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διάσταση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διάστασ|η <-εις> [ðiˈastasi] SUBST θηλ

1. διάσταση (μία από τις τρεις):

διάσταση
Dimension θηλ
η τρίτη/τέταρτη διάσταση

3. διάσταση μτφ (έκταση):

διάσταση
Ausmaß ουδ

4. διάσταση (χωρισμός):

διάσταση
Trennung θηλ
βρίσκονται σε διάσταση

5. διάσταση (διαφορά):

διάσταση
διάσταση γνωμών/απόψεων

6. διάσταση (απόκλιση):

διάσταση
Abweichung θηλ
διάσταση απόψεων

7. διάσταση ΑΘΛ:

διάσταση
με τα πόδια σε διάσταση

Παραδειγματικές φράσεις με διάσταση

διαγώνια διάσταση Η/Υ
διάσταση απόψεων
η τρίτη/τέταρτη διάσταση
βρίσκονται σε διάσταση
διάσταση γνωμών/απόψεων
με τα πόδια σε διάσταση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский