Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δεξαμενή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δεξαμενή [ðɛksamɛˈni] SUBST θηλ

1. δεξαμενή:

δεξαμενή
Reservoir ουδ
δεξαμενή νερού
δεξαμενή νερού
Wassertank αρσ
δεξαμενή καυσίμων
δεξαμενή σκέψης μτφ

2. δεξαμενή (υπόγεια):

δεξαμενή
Zisterne θηλ

3. δεξαμενή (επισκευής πλοίων):

δεξαμενή
Dock ουδ
μόνιμη δεξαμενή
Trockendock ουδ
πλωτή δεξαμενή
Schwimmdock ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με δεξαμενή

δεξαμενή νερού
δεξαμενή καυσίμων
δεξαμενή σκέψης μτφ
μόνιμη δεξαμενή
πλωτή δεξαμενή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский