Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γιομάτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γιομάτος [jɔˈmatɔs]

γιομάτος s. γεμάτος

Βλέπε και: γεμάτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский