Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βραχυχρόνιος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βραχυχρόνι|ος <-α, -ο> [vraçiˈxrɔniɔs] ΕΠΊΘ

1. βραχυχρόνιος (διάρκεια):

βραχυχρόνιος

2. βραχυχρόνιος (αποτέλεσμα):

βραχυχρόνιος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский