Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βραδύγλωσσος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . βραδύγλωσσ|ος <-η, -ο> [vraˈðiɣlɔsɔs] ΕΠΊΘ

είναι βραδύγλωσσος

II . βραδύγλωσσ|ος <-η, -ο> [vraˈðiɣlɔsɔs] SUBST αρσ/θηλ

βραδύγλωσσος
Stotterer αρσ (Stotterin) θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με βραδύγλωσσος

είναι βραδύγλωσσος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский