Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βράχυνση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βράχυνσ|η <-εις> [ˈvraçinsi] SUBST θηλ

βράχυνση
Kürzung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский