Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βαρύγδουπος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βαρύγδουπ|ος <-η, -ο> [vaˈriɣðupɔs] ΕΠΊΘ

1. βαρύγδουπος (ήχος):

βαρύγδουπος

2. βαρύγδουπος μτφ (εντυπωσιακός):

βαρύγδουπος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский