Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βαριόμοιρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βαριόμοιρ|ος <-η, -ο> [vaˈri̯ɔmirɔs] ΕΠΊΘ

βαριόμοιρος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский