Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βαθμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βαθμός [vaθˈmɔs] SUBST αρσ

1. βαθμός (σε μετρικό όργανο):

βαθμός
Grad αρσ

2. βαθμός (σε ιεραρχία) ΣΤΡΑΤ:

βαθμός
Rang αρσ

3. βαθμός ΣΧΟΛ:

βαθμός
Note θηλ

4. βαθμός ΑΘΛ:

βαθμός
Punkt αρσ

5. βαθμός ΜΑΘ:

Παραδειγματικές φράσεις με βαθμός

βαθμός αρσ υγρασίας
βαθμός αρσ φερεγγυότητας
βαθμός αρσ διάστασης
βαθμός αρσ εκβιομηχάνισης
βαθμός αρσ διαμόρφωσης
βαθμός αρσ ποιότητας
Gütegrad αρσ
βαθμός αρσ ρευστότητας
βαθμός αρσ σκληρότητας
Härtegrad αρσ
βαθμός αρσ κορεσμού ΧΗΜ
βαθμός αρσ καθαρότητας
βαθμός αρσ αποβιομηχάνισης
βαθμός αρσ συγγένειας
βαθμός αρσ αναπηρίας
βαθμός ακρίβειας
Superlativ αρσ
συγκριτικός (βαθμός)
Komparativ αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский