Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βαβούλι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βαβούλι [vaˈvuli]

1. βαβούλι (μπουμπούκι):

βαβούλι
Knospe θηλ

2. βαβούλι (κάλυκας άνθους):

βαβούλι
Blumenkelch αρσ

3. βαβούλι (περικάρπιο οσπρίων):

βαβούλι
Schote θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский