Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βάθυνση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βάθυνσ|η <-εις> [ˈvaθinsi] SUBST θηλ

βάθυνση
Vertiefung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский