Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αστραπιαία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αστραπιαία [astrapiˈɛa] ΕΠΊΡΡ

1. αστραπιαία (σαν αστραπή):

αστραπιαία

2. αστραπιαία (γρήγορα σαν αστραπή):

αστραπιαία

Παραδειγματικές φράσεις με αστραπιαία

αστραπιαία έμπνευση
αστραπιαία ραδιογραφία
αστραπιαία επίθεση
αστραπιαία επίσκεψη

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский