Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αρτηρία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αρτηρία [artiˈria] SUBST θηλ

1. αρτηρία ΑΝΑΤ:

αρτηρία
Arterie θηλ
βασική αρτηρία
βραχιόνιος αρτηρία
γαστρική αρτηρία
γλωσσική αρτηρία
δακρυϊκή αρτηρία
(πλάγια) θωρακική αρτηρία
ινιακή αρτηρία
κερκιδική αρτηρία
κνημιαία αρτηρία
κροταφική αρτηρία
λαγονία αρτηρία
Hüftarterie θηλ
λαρυγγική αρτηρία
μασχαλιαία αρτηρία
Achselarterie θηλ
μετωπιαία αρτηρία
μηνιγγική αρτηρία
μηριαία αρτηρία
νεφρική αρτηρία
Nierenarterie θηλ
πνευμονική αρτηρία
πνευμονική αρτηρία
Lungenarterie θηλ
προσωπική αρτηρία
στεφανιαία αρτηρία
στεφανιαία αρτηρία
Kranzschlagadern θηλ πλ
υποκλείδια αρτηρία
χειλική αρτηρία

2. αρτηρία (κυκλοφοριακή):

(οδική) αρτηρία

Παραδειγματικές φράσεις με αρτηρία

φαρυγγική αρτηρία
κολική αρτηρία
ιγνυακή αρτηρία
κερκιδική αρτηρία
μεσοπλεύρια αρτηρία
μηνιγγική αρτηρία
στεφανιαία αρτηρία
προσωπική αρτηρία
δακρυϊκή αρτηρία
βραχιόνιος αρτηρία
γαστρική αρτηρία
πελματιαία αρτηρία
κνημιαία αρτηρία
νεφρική αρτηρία
ινιακή αρτηρία
βασική αρτηρία
γλωσσική αρτηρία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский