Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απόγειο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απόγειο [aˈpɔjiɔ] SUBST ουδ

1. απόγειο ΦΥΣ:

απόγειο
Apogäum ουδ

2. απόγειο μτφ (αποκορύφωμα):

απόγειο
Höhepunkt αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με απόγειο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский