Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αντίρρηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αντίρρησ|η <-εις> [anˈdirisi] SUBST θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με αντίρρηση

καμιά αντίρρηση!
κύρια αντίρρηση
έχω αντίρρηση για κάτι
δεν του έφερα αντίρρηση
δε θα είχα αντίρρηση
έχεις καμιά αντίρρηση;
δεν έχω/δε φέρνω αντίρρηση να

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский