Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: αναβάτρια , αναλήθεια , αναντρία , αναλυτής και αναλυτικός

αναβάτης [anaˈvatis] SUBST αρσ, αναβάτρια [anaˈvatria], αναβάτισσα [anaˈvatisa] SUBST θηλ

I . αναλυτής (αναλύτρια) [analiˈtis, anaˈlitria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ) (άνθρωπος)

αναλυτής (αναλύτρια)
Analytiker(in) αρσ (θηλ)
αναλυτής (αναλύτρια)
Analyst(in) αρσ (θηλ)
αναλυτής chart ΟΙΚΟΝ
Chart-Analyst αρσ
Finanzanalyst αρσ

II . αναλυτής (αναλύτρια) [analiˈtis, anaˈlitria] SUBST αρσ (θηλ) (μηχάνημα)

ανανδρία [ananˈðria], αναντρία [ananˈdria] SUBST θηλ

αναλήθεια [anaˈliθça] SUBST θηλ

αναλυτικ|ός <-ή, -ό> [analitiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. αναλυτικός (που περιέχει ανάλυση):

2. αναλυτικός (λεπτομερειακός):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский