Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανάπτυξη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανάπτυξ|η <-εις> [aˈnaptiksi] SUBST θηλ

1. ανάπτυξη (γενικά: σωματική):

ανάπτυξη
Entwicklung θηλ
ανάπτυξη αερίων

2. ανάπτυξη ΟΙΚΟΝ:

ανάπτυξη
Wachstum ουδ
βιομηχανική ανάπτυξη
διαρκής ανάπτυξη
επιχειρηματική ανάπτυξη
μηδενική ανάπτυξη
Nullwachstum ουδ
οικονομική ανάπτυξη
Wachstumsrate θηλ
πραγματική ανάπτυξη
Realwachstum ουδ

3. ανάπτυξη (θέματος):

ανάπτυξη
Darstellung θηλ

4. ανάπτυξη (των δυνάμεων):

ανάπτυξη
Entfaltung θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ανάπτυξη

ανάπτυξη θηλ εισοδήματος
μηδενική ανάπτυξη ΟΙΚΟΝ
ενδογενής ανάπτυξη ΟΙΚΟΝ
αειφόρος ανάπτυξη ΟΙΚΟΝ
ανάπτυξη αερίων
αγροτική ανάπτυξη
οικονομική ανάπτυξη
βιομηχανική ανάπτυξη
διαρκής ανάπτυξη
πραγματική ανάπτυξη
πρόγνωση για την ανάπτυξη ΟΙΚΟΝ
έρευνα και ανάπτυξη ΟΙΚΟΝ
Forschung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский