Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανάμικτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανάμικτ|ος <-η, -ο> [aˈnamiktɔs] ΕΠΊΘ

ανάμικτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский