Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αμοιβαίος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αμοιβαί|ος <-α, -ο> [amiˈvɛɔs] ΕΠΊΘ

2. αμοιβαίος ΜΑΘ:

αμοιβαίος

Παραδειγματικές φράσεις με αμοιβαίος

αμοιβαίος ανασυνδυασμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский