Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακταιωρός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . ακταιωρός [aktɛɔˈrɔs] SUBST mf (άνθρωπος)

ακταιωρός
Küstenwache θηλ

II . ακταιωρός [aktɛɔˈrɔs] SUBST θηλ (σκάφος)

ακταιωρός
Küstenwach(t)schiff ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский