Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακτή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ακτή [akˈti] SUBST θηλ

1. ακτή (άκρη ξυράς):

ακτή
Küste θηλ
Steilküste θηλ
κοντά στην ακτή

2. ακτή (πλαζ):

ακτή
Strand αρσ
FKK-Strand αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский