Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακμή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ακμή [akˈmi] SUBST θηλ

1. ακμή (το ανώτατο σημείο):

ακμή
Höhepunkt αρσ

2. ακμή (ξυραφιού):

ακμή
Schneide θηλ

3. ακμή ΙΑΤΡ:

ακμή
Akne θηλ
Keloidakne θηλ

4. ακμή (αρχαίου ναού):

οξεία ακμή
Grat αρσ

5. ακμή ΜΑΘ:

ακμή
Kante θηλ
Seitenkante θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ακμή

Keloidakne θηλ
οξεία ακμή
Grat αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский