Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακέραιος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ακέραι|ος <-η, -ο> [aˈcɛrɛɔs] ΕΠΊΘ

1. ακέραιος (ολόκληρος):

ακέραιος
ακέραιος αριθμός
ganze Zahl θηλ

2. ακέραιος (χωρίς να λείπει τίποτα):

ακέραιος

3. ακέραιος (σώος):

ακέραιος

4. ακέραιος (χαρακτήρας):

ακέραιος

Παραδειγματικές φράσεις με ακέραιος

ακέραιος αριθμός
ganze Zahl θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский