Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αιχμαλωσία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αιχμαλωσία [ɛxmalɔˈsia] SUBST θηλ

αιχμαλωσία
σε αιχμαλωσία

Παραδειγματικές φράσεις με αιχμαλωσία

σε αιχμαλωσία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский