Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αιμοφόρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αιμοφόρ|ος <-α, -ο> [ɛmɔˈfɔrɔs] ΕΠΊΘ

αιμοφόρος
Blut-
Blutgefäß ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский