Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αδοκίμαστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αδοκίμαστ|ος <-η, -ο> [aðɔˈcimastɔs] ΕΠΊΘ

1. αδοκίμαστος (μέθοδος, μηχάνημα):

αδοκίμαστος

2. αδοκίμαστος (φαγητό):

αδοκίμαστος

3. αδοκίμαστος (ρούχα):

αδοκίμαστος

4. αδοκίμαστος (αισθήματα):

αδοκίμαστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский