Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αδιακανόνιστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αδιακανόνιστ|ος <-η, -ο> [aðiakaˈnɔnistɔs] ΕΠΊΘ

1. αδιακανόνιστος (γενικά):

αδιακανόνιστος

2. αδιακανόνιστος (χρέος):

αδιακανόνιστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский