Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αδελφοποιτός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αδερφοποιτός [aðɛrfɔpiˈtɔs], αδελφοποιτός [aðɛlfɔpiˈtɔs] SUBST αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский