Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αγέραστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αγέραστ|ος <-η, -ο> [aˈjɛrastɔs] ΕΠΊΘ

αγέραστος
έμεινε αγέραστος

Παραδειγματικές φράσεις με αγέραστος

έμεινε αγέραστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский