Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αβασίλευτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αβασίλευτ|ος <-η, -ο> [avaˈsilɛftɔs] ΕΠΊΘ

1. αβασίλευτος (χωρίς βασιλιά):

αβασίλευτος
Republik θηλ

2. αβασίλευτος (ήλιος):

αβασίλευτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский