Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „έξωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

έξωσ|η <-εις> [ˈɛksɔsi] SUBST θηλ

1. έξωση (εκδίωξη):

έξωση
Vertreibung θηλ

2. έξωση (δικαστική απόφαση):

έξωση
Räumung θηλ
έξωση
Exmission θηλ
αγωγή θηλ έξωσης ΝΟΜ

3. έξωση (εκθρονισμός):

έξωση
Entthronung θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με έξωση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский