Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ένωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ένωσ|η <-εις> [ˈɛnɔsi] SUBST θηλ

1. ένωση (σύνδεση):

ένωση
Verbindung θηλ

3. ένωση (ενοποίηση):

ένωση
Vereinigung θηλ

4. ένωση (προσώπων για συνεργασία, οργάνωση):

ένωση
Verband αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский