Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „έκτακτη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

έκτακτη συνέλευση
Sondersitzung θηλ
έκτακτη έκδοση
Sonderausgabe θηλ
έκτακτη περίπτωση
Sonderfall αρσ
έκτακτη συνεδρίαση
Sondersitzung θηλ
έκτακτη αμαξοστοιχία
Sonderzug αρσ
έκτακτη/ειδική έκπτωση
Sonderrabatt αρσ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „έκτακτη“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

έκτακτη έκδοση θηλ
έκτακτη συνεδρίαση θηλ
έκτακτη αναζήτηση θηλ
Eilmeldung θηλ ΤΗΛ
έκτακτη είδηση θηλ
έκτακτη καταγγελία
έκτακτη διαθήκη θηλ
έκτακτη ανάγκη θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский