Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „έθιμο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

έθιμο [ˈɛθimɔ] SUBST ουδ

έθιμο
Sitte θηλ
έθιμο
Brauch αρσ
εμπορικό έθιμο
Handelssitte θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με έθιμο

εμπορικό έθιμο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский