Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „έβδομος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

έβδομ|ος <-η, -ο> [ˈɛvðɔmɔs] ΕΠΊΘ

έβδομος
siebte(r, s)
φτάνω έβδομος/έβδομη
βγήκε έβδομος (σε αγώνα)

Παραδειγματικές φράσεις με έβδομος

βγήκε έβδομος (σε αγώνα)
δέκατος έβδομος
φτάνω έβδομος/έβδομη

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский