Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άρτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άρτος [ˈartɔs] SUBST αρσ

2. άρτος ΘΡΗΣΚ (της μετάληψης):

άρτος
Hostie θηλ
άγιος άρτος
Heilige Hostie θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με άρτος

άζυμος άρτος
άγιος άρτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский