Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άγνωστο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άγνωστο [ˈaɣnɔstɔ] SUBST ουδ

το άγνωστο
das Unbekannte ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με άγνωστο

το άγνωστο
άγνωστο έδαφος μτφ
αυτό είναι άγνωστο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский