Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άβατο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άβατο(ν) [ˈavatɔ(n)] SUBST ουδ (ναού)

άβατο(ν)
Abaton ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский