Ελληνικά » Γερμανικά

παρθέν|ος <-α, -ο> [parˈθɛnɔs] ΕΠΊΘ

Παρθένος [parˈθɛnɔs] SUBST θηλ ΑΣΤΡΟΝ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский