Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ungedecktes“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

ungedeckt ΕΠΊΘ

1. ungedeckt (ungeschützt) ΧΡΗΜΑΤΟΠ:

2. ungedeckt (Tisch):

Παραδειγματικές φράσεις με ungedecktes

ungedecktes Konto

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Das staatliche Geldmonopol soll abgeschafft werden, da dadurch ungedecktes Giralgeld ausschließlich durch Aufnahme von Schulden geschaffen werde.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский