Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „lebendig“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

lebendig [leˈbɛndɪç] ΕΠΊΘ

1. lebendig (am Leben):

lebendig

2. lebendig (lebhaft):

lebendig

Παραδειγματικές φράσεις με lebendig

mehr tot als lebendig μτφ
jdn lebendig begraben

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"lebendig" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский