Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „hinauswollen“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

hinaus|wollen irr VERB αμετάβ οικ

2. hinauswollen (nach draußen wollen):

hinauswollen aus +δοτ

Παραδειγματικές φράσεις με hinauswollen

hoch hinauswollen

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Deshalb musste ich ihnen zeigen, dass ich der Chef war und worauf ich hinauswollte.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"hinauswollen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский