Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παμφάγος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παμφάγ|ος <-ος, -ο> [paɱˈfaɣɔs] ΕΠΊΘ

1. παμφάγος ΖΩΟΛ:

παμφάγος
Allesfresser αρσ

2. παμφάγος μτφ (που καταστρέφει τα πάντα):

παμφάγος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский