Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παλαιογράφος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παλαιογράφος [palɛɔˈɣrafɔs] SUBST mf

παλαιογράφος
Paläograf(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский