Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πάγιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πάγιο [ˈpajiɔ] SUBST ουδ

πάγιο
Grundgebühr θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με πάγιο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский